Αρχική » Στατίνες – χοληστερόλη – καρδιαγγειακός κίνδυνος

Στατίνες – χοληστερόλη – καρδιαγγειακός κίνδυνος

Για πολλούς ανθρώπους, ένας τύπος φαρμάκου γνωστό ως στατίνες μπορεί να είναι ένα συνιστώμενο βήμα για την πρόληψη του καρδιαγγειακού κινδύνου. Εγκρίθηκαν για πρώτη φορά από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ το 1985, αυτά τα φάρμακα δρουν μπλοκάροντας μια ουσία που χρησιμοποιεί το σώμα σας για να παράγει χοληστερόλη, η οποία μπορεί να μειώσει το επίπεδο της LDL χοληστερόλης και επίσης να βοηθήσει στη σταθεροποίηση των πλακών στα αιμοφόρα αγγεία ώστε να μην σπάσουν. και να γίνουν προβληματικά. Μαζί με την αύξηση στη χρήση των στατινών τα τελευταία χρόνια έχει βελτιωθεί επίσης η γνώση των ειδικών για το ρόλο της χοληστερόλης και τα καρδιακά νοσήματα.

by admin

Εάν οι αιματολογικές σας εξετάσεις έδειξαν υψηλή χοληστερόλη, είναι πολύ πιθανό ο γιατρός να σας σύστησε να πάρετε στατίνες για τον έλεγχό της και για τη μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου. Σύμφωνα με τον αμερικανικό φορέα υγείας CDC, η χρήση των στατινών αυξήθηκε την τελευταία δεκαετία και σήμερα περίπου 30 εκατομμύρια Αμερικανοί λαμβάνουν καθημερινά αυτό το φάρμακο. Η χρήση της αυξάνει στους ανθρώπους άνω των 40 ετών καθώς ο καρδιαγγειακός κίνδυνος αυξάνεται όσο μεγαλώνουμε. Παρότι οι στατίνες θεωρούνται ένα “ασφαλές” φάρμακο, υπάρχουν κάποια πράγματα που είναι καλό να γνωρίζουμε εάν πρόκειται να ξεκινήσουμε τη χρήση τους.

Πώς δρουν οι στατίνες

Οι στατίνες δρουν μειώνοντας την ποσότητα της χοληστερόλης που παράγει το συκώτι. Βοηθούν επίσης το συκώτι να απομακρύνει τη χοληστερόλη που κυκλοφορεί στο αίμα, μειώνοντας τις πιθανότητες για εναποθέσεις της στις αρτηρίες. Εκεί που διαφέρουν οι στατίνες από άλλα φάρμακα για τη μείωση της χοληστερόλης είναι ότι “χτυπούν” στην καρδιά του προβλήματος, στη δημιουργία δηλαδή της ουσίας αυτής στο ήπαρ.

Έχουν αλλάξει τα κριτήρια για το ποιοι πρέπει να παίρνουν στατίνες;

Μαζί με την αύξηση στη χρήση των στατινών τα τελευταία χρόνια έχει βελτιωθεί επίσης η γνώση των ειδικών για το ρόλο της χοληστερόλης και τα καρδιακά νοσήματα, εξηγεί η Δρ. Adriana Quinones-Camacho, καρδιολόγος στο NYU Langone στις ΗΠΑ. “Όσο περισσότερο μαθαίνουμε για τα καρδιακά νοσήματα και τη χοληστερόλη, τόσο περισσότερες παράμετροι μπαίνουν στις συστάσεις για τη χρήση της”, σημειώνει. “Στο παρελθόν, το επίπεδο της ολικής χοληστερόλης, και ειδικά της LDL, μπορεί να ήταν ο μεγαλύτερος παράγοντας για τη χρήση της στατίνης, κάτι που σήμερα έχει αλλάξει”.

Για παράδειγμα, η ηλικία είναι μια πολύ σημαντική παράμετρος. Έρευνα που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση Clinical Epidemiology το 2016 υποδεικνύει ότι το ποσοστό συνταγογράφησης στατινών έχει αυξηθεί περισσότερο για τους ανθρώπους ηλικίας 50-59 ετών, ενώ έχει μειωθεί ελαφρά στις ηλικίες 60-74.

Έρευνα μέσα στην τελευταία δεκαετία έχει επίσης αποσαφηνίσει την ισχυρή συσχέτιση ανάμεσα στο διαβήτη και τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ειδικά εάν κάποιος έχει και υψηλή χοληστερόλη

. Εάν έχετε διαβήτη, είναι ήδη διπλάσιες οι πιθανότητες για καρδιοπάθεια ή εγκεφαλικό -και σε μικρότερη ηλικία- από κάποιον χωρίς αυτή την κατάσταση. Επιπρόσθετοι παράγοντες όπως η χοληστερόλη και η υψηλή αρτηριακή πίεση θα μπορούσαν να αυξήσουν πολύ την πιθανότητα να σας συστήσει ο γιατρός σας τη λήψη στατινών, λέει η καρδιολόγος.

Κάποιος με υψηλή χοληστερόλη είναι αυτόματα υποψήφιος για στατίνες;

Τον Αύγουστο του 2022 ο φορέας πρόληψης υγείας των ΗΠΑ Preventive Services Task Force εξέδωσε τη σύσταση ότι άνθρωποι ηλικίας 40 έως 75 ετών με υψηλό κίνδυνο καρδιαγγειακών νοσημάτων θα πρέπει να συμβουλευτούν το γιατρό τους για το εάν είναι χρήσιμο να ξεκινήσουν στατίνες προκειμένου να προλάβουν μια καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό.

Παρότι οι τιμές της υψηλής LDL και της χαμηλής HDL είναι δύο βασικές παράμετροι αναφορικά με τη σύσταση για στατίνες, δεν είναι οι μοναδικές, σχολιάζει ο Δρ. Kevin Ferentz, επικεφαλής στο τμήμα Οικογενειακής Ιατρικής και επικεφαλής παθολόγος στο GBMC Health Partners Primary Care στις ΗΠΑ. “Η υψηλή χοληστερόλη είναι ένας μόνο παράγοντας για την ανάπτυξη καρδιακής νόσου”, λέει. “Άλλοι -όπως το κάπνισμα, η υψηλή αρτηριακή πίεση και ο διαβήτης- παίζουν επίσης ρόλο”.

Προκειμένου να συστήσει στατίνες, ο γιατρός θα συνυπολογίσει την ηλικία, τη γενική φυσική σας κατάσταση, το οικογενειακό ιστορικό σε καρδιαγγειακά νοσήματα και την παρουσία άλλων χρόνιων νοσημάτων, προσθέτει η Δρ. Jennifer Wong, καρδιολόγος και ιατρική διευθύντρια μη παρεμβατικής καρδιολογίας στο MemorialCare Heart and Vascular Institute στην Καλιφόρνια.

Ο συνδυασμός όλων αυτών των παραγόντων δεν γίνεται σύμφωνα με την προσωπική εκτίμηση του κάθε γιατρού. Υπάρχει ένας τύπος υπολογισμού κινδύνου που χρησιμοποιείται από τους επαγγελματίες υγείας που εξετάζει εννιά διαφορετικούς παράγοντες και υπολογίζει την πιθανότητα ανάπτυξης καρδιακής νόσου σε βάθος δεκαετίας. Σε κάποιες περιπτώσεις το αποτέλεσμα του τύπου αυτού μπορεί να ωθήσει τους ανθρώπους να κάνουν σημαντικές αλλαγές στον τρόπο ζωής τους, οι οποίες μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο χωρίς τη χρήση φαρμάκων. Παρόλα αυτά, δεν μπορούν να αλλάξουν όλες οι παράμετροι, όπως για παράδειγμα η κληρονομικότητα και η ηλικία, μόνο με αλλαγές στον τρόπο ζωής.

Και τέλος, υπάρχει ένας παράγοντας που σχεδόν πάντα οδηγεί σε σύσταση για στατίνες: προηγούμενο καρδιακό επεισόδιο. “Εάν κάποιος έχει βιώσει καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό, είναι πολύ πιθανό να του συνταγογραφήσει ο γιατρός στατίνες ανεξάρτητα από το επίπεδο της χοληστερόλης του”, λέει η Dr. Wong. “Επίσης, εάν εκτός από το καρδιακό επεισόδιο έχει διαβήτη ή υπέρταση, είναι σίγουρη η σύσταση για στατίνες”.

Ποιες είναι οι πιο συχνές παρενέργειες των στατινών

Δεδομένου ότι οι στατίνες χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο εδώ και 40 χρόνια, υπάρχουν πολλά στοιχεία για τις ανεπιθύμητες ενέργειες καθώς και την ισορροπία μεταξύ οφέλους και κινδύνου, λέει η Ferentz. Γενικά, οι στατίνες τείνουν να είναι καλά ανεκτές και η πλειοψηφία των ανθρώπων που τις παίρνουν δεν παρουσιάζουν παρενέργειες, ειδικά εάν παρακολουθούνται τακτικά από τον γιατρό τους.

Κάποιοι άνθρωποι που ξεκινούν στατίνες παρουσιάζουν αύξηση στα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα. Στις περισσότερες περιπτώσεις αυτό δεν προκαλεί ανησυχία, εάν όμως είστε προδιαβητικός και αυτή η μικρή άνοδος των τιμών αυξάνει τον κίνδυνο για διαβήτη τύπου 2, μπορεί να απαιτείται αλλαγή στη θεραπεία σας. Ωστόσο, προσθέτει, ο γιατρός σας θα εκτιμήσει το αν τα οφέλη από τη λήψη της στατίνης μπορεί να υπερβαίνουν τον κίνδυνο.

Πέρα από αυτά, τυπικά συστήνεται έλεγχος της ηπατικής λειτουργίας πριν τη χορήγηση στατινών και μετά σε ετήσια βάση. “Οι στατίνες μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να επηρεάσουν την υγεία του ήπατος” επισημαίνει ο Ferentz. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως εάν ο ασθενής παρουσιάσει βλάβη του ήπατος, μπορεί ο γιατρός να διακόψει τελείως τις στατίνες και να τις αντικαταστήσει με άλλα φάρμακα.

Η βασική ανεπιθύμητη ενέργεια που σχετίζεται με τις στατίνες είναι οι μυοπάθεια, μια νευρομυική διαταραχή που προκαλεί μυικούς πόνους. Τα μυικά συμπτώματα που σχετίζονται με τις στατίνες μπορεί να περιλαμβάνουν ήπιο με μέτριας έντασης πόνο, κόπωση, αδυναμία και νυχτερινές κράμπες και μπορεί να βεβαιωθούν μέσω αιματολογικών εξετάσεων.

Από έρευνες προκύπτει ότι έως και το 25% όσων παίρνουν στατίνες θα αντιμετωπίσουν κάποιο πρόβλημα με τους μυς. Σε σπάνιες περιπτώσεις, αυτό μπορεί να εξελιχθεί σε πιο σοβαρές καταστάσεις όπως ραβδομυόλυση, στην οποία οι προσβεβλημένοι μυικοί ιστοί απελευθερώνουν συστατικά όπως πρωτεΐνη και ηλεκτρολύτες στο αίμα, τα οποία μπορεί να επηρεάσουν τα νεφρά και την καρδιά. Αυτό όμως συμβαίνει μόνο εάν δεν αντιμετωπιστούν οι μυικοί πόνοι. Οι περισσότεροι ασθενείς που αντιμετωπίζουν έντονο πόνο και παρενέργειες μπορούν να πάρουν διαφορετική στατίνη ή άλλα φάρμακα, μη στατίνες, για τη μείωση της χοληστερόλης.

“Κάθε φάρμακο έχει ανεπιθύμητες ενέργειες και οι στατίνες δεν αποτελούν εξαίρεση”, προσθέτει η Wong. Ενώ οι μυικοί πόνοι είναι η πιο συχνή ενόχληση, ασθενείς διαμαρτύρονται επίσης για δυσκολίες στον ύπνο, διαταραχές της πέψης και ζαλάδα. “Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, είμαστε τυχεροί γιατί διαθέτουμε διαφορετικούς τύπους στατινών. Έτσι είναι εύκολο να χορηγήσει ο γιατρός μια διαφορετική στατίνη που μπορεί να δέχεται καλύτερα ο οργανισμός. Μερικές φορές, αρκεί η μείωση της δοσολογίας για να βελτιωθούν σημαντικά τα συμπτώματα”.

capital.gr/health

Related Posts

Στην ιστοσελίδα μας χρησιμοποιούμε Cookies, για να μπορέσουμε να προσφέρουμε μια προσωποποιημένη εμπειρία περιήγησης. Αποδοχή Δείτε περισσότερα